18/6/17

« Πάντα ήθελα να φεύγω. Να πετάει η ψυχή μου σαν τα πουλιά.

 Να νιώθω τη γλύκα μιας ατέλειωτης φυγής. Όχι να φεύγω γι’ άλλους τόπους. Από την ίδια τη ζωή μου να φεύγω. Να ρίχνω τα «στοπ» στον δρόμο μου. Να γκρεμίζω τις πινακίδες που σηματοδοτούσαν διαδρομές. Να πατάω στις διαχωριστικές γραμμές. Ν’ αψηφώ τα όρια της ταχύτητας. Να φεύγω χωρίς προορισμό. Μια φυγή μέσα στην ίδια τη φυγή. Σα να με κυνηγούσε πάντα ο εαυτός μου. Και μόλις έβρισκα ένα ξέφωτο, να πάρω μια ανάσα, βρε αδερφέ, να στήσω μια σκηνή να ξαποστάσω, βαρούσε ο συναγερμός μέσα μου και με ξεκούφαινε. Φεύγοντας, άφησα πίσω μου πολλά σκουπίδια. Άφησα όμως, στη φούρια μου, και πράγματα πολύ σημαντικά. Κάτι κοσμήματα, ας πούμε, ακριβά, που κάποιοι μου είχαν χαρίσει για να στολίσω την ψυχή μου…»
Αλκυόνη Παπαδάκη
Την Τετάρτη 10 Μαΐου επιχειρήσαμε να απαλλοτριώσουμε χρήματα ανεφοδιασμού σε ATM των νόμιμων τοκογλύφων της Εθνικής Τράπεζας. Έχοντας λάβει όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις για να μην πάθει κανένας το παραμικρό και να τελειώσουμε το συντομότερο δυνατό, αποχωρούμε από το σημείο λίγα δευτερόλεπτα αργότερα με τη μια κασετίνα. Δυστυχώς όμως μια βλάβη στο όχημα μας και ο υπερβάλλοντας ζήλος των φυλάκων του Γεωπονικού Πανεπιστημίου, που έθεσαν τα χρήματα της τράπεζας πάνω από την ασφάλεια των ανθρώπων που υποτίθεται ότι προστατεύουν, μας καθυστέρησαν, κάτι που είχε ως συνέπεια τη διαφυγή μας με τα πόδια.

Αρκετά λεπτά αργότερα εντοπίζομαι τυχαία από φύλακα του πανεπιστημίου ο οποίος δίνει σήμα στους αστυνομικούς που είχαν εισέλθει εντός του Γεωπονικού. Ακολουθεί καταδίωξη όπου και συλλαμβάνομαι.
Στη συνέχεια οδηγούμαι στη ΓΑΔΑ όπου αρνούμαι να συνεργαστώ με τους μπάτσους. Μου αποσπάται παράτυπα DNA με τη βία, ενώ αποτυπώματα δεν κατορθώνουν να μου πάρουν παρά τις «θερμές» προσπάθειές τους. Μετά από 5 μέρες κράτησης στη ΓΑΔΑ οδηγούμαι στις φυλακές Κορυδαλλού. Ταυτόχρονα επιχειρείται από τον μιντιακό οχετό η δημιουργία κλίματος γύρω από την υπόθεση μου, μόνο και μόνο επειδή ο αδερφός μου είναι αναρχικός, έγκλειστος στις φυλακές τα τελευταία 4 χρόνια.
Ο σύγχρονος τρόπος διαβίωσης στις καπιταλιστικές μεγαλουπόλεις, τρέχει με ρυθμούς φρενήρεις και απαιτεί ανθρώπους έτοιμους να ακολουθήσουν τα κονσερβοποιημένα πρότυπα που πλασάρει. Ο χρόνος τεμαχίζεται και επιβάλλεται. Η κοινωνική ανέλιξη, το υπέρτατο καπιταλιστικό όνειρο, δημιουργεί τους είλωτες της εποχής μας. Ο σύγχρονος Καιάδας άλλωστε δεν «υποδέχεται» προβληματικά παιδιά, αλλά ολόκληρες κοινωνικές τάξεις που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν σε αυτούς τους ρυθμούς. Μπορεί στα χρόνια της κρίσης οι ψευδαισθήσεις της μεγάλης ζωής να καταρρέουν, η ουσία όμως παραμένει ίδια.
Εντός της νεοφιλελεύθερης νεωτερικότητας οι ανάγκες μας, τα θέλω μας, ακόμα και ο ίδιος μας ο χρόνος προκαθορίζεται και κατανέμεται από άλλους για εμάς. Στα πλαίσια αυτά η εργασία είναι μία συνθήκη καταναγκαστική. Ενας εκβιασμός αυτών που κατέχουν τον πλούτο σε όσους είναι αναγκασμένοι να πουλήσουν την εργατική τους δύναμη για να βγάλουν τα προς το ζην. Ένας εκβιασμός που όλοι μας λίγο ή πολύ έχουμε έρθει αντιμέτωποι, αλλά στη συγκεκριμένη φάση της ζωής μου επέλεξα να τον αρνηθώ, γνωρίζοντας το κόστος των επιλογών μου.
Τα χρήματα της ληστείας λοιπόν προορίζονταν για να καλύψουν τις ανάγκες της καθημερινής μου διαβίωσης. Ηταν μια συνειδητή επιλογή να αρνηθώ τη σύγχρονη μορφή εργασίας που θέλει τον άνθρωπο ως πειραματόζωο στα χέρια του εκάστοτε εργοδότη, να αρνηθώ την τυραννία του ξυπνητηριού, το επικριτικό βλέμμα του αφεντικού, τις καθημερινές προσβολές, τις «φιλικές παραινέσεις» για μεγαλύτερη παραγωγικότητα και γενικότερα τη ρομποτοποιημένη καθημερινότητα του εργαζόμενου στα πλαίσια της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.
Στον αξιακό μου κώδικα υπάρχει μια βεντάλια επιλογών για όποιον θέλει να αντιπαλέψει το καπιταλιστικό τερατούργημα και συγκεκριμένα την εκφυλισμένη μορφή της εργασίας εντός του. Από τις εργατικές αντιιεραρχικές συνελεύσεις, τις αυτοοργανωμένες δομές εντός των εργασιακών χώρων, τις συγκρουσιακές πορείες και απεργίες, ως τις απαλλοτριώσεις και τις επιθέσεις στα αφεντικά. Όλα μαζί συνθέτουν το μωσαϊκό της αντίστασης που μπορούν να ασπαστούν όσοι ζουν με αξιοπρέπεια την εποχή τους – ανάλογα φυσικά με τη διάθεση, τις επιθυμίες και την ιδιαίτερη προσωπικότητα του καθενός – και θέλουν να συνεισφέρουν από το δικό τους μετερίζι στον αγώνα για τη συλλογική και ατομική απελευθέρωση.
Ο νους μου ταξιδεύει… Ακόμα δεν ακούω τις πόρτες να κλειδώνουν και να ξεκλειδώνουν, μήτε βλέπω τα κάγκελα και τα σύρματα να πασχίζουν να κρύψουν το γαλάζιο. Δεν βλέπω τους φάρους τους πια. Δεν ακούω τις φωνές τους. Ποτέ δεν μιλούσαμε την ίδια γλώσσα άλλωστε. Τα συγχαρητήριά του «κέντρου» χάνονται από τα αυτιά μου… Το μονοπάτι που ακολουθώ με πηγαίνει σε πρόσωπα αγαπημένα, σε μάτια ειλικρινή, σε αγκαλιές που δόθηκαν χωρίς αντάλλαγμα κι ας μείναν μισοτελειωμένες. Στις πίκρες, στις χαρές, στα σεργιάνια και στα γέλια μας. Κι όταν σφίξαμε τη γροθιά μας και φύγαμε ξέραμε ότι μπορεί να μην ξανανταμώσουμε. Το ξέραμε…Κι όμως τα μάτια μας χαμογελούσαν. Οπως τώρα… Οπως πάντα… Ως το τέλος λοιπόν…
Υγ. Μια αγκαλιά σε όλους τους συντρόφους που με γέμισαν δύναμη με την παρουσία τους στα δικαστήρια.
Χαρίσης Δημήτρης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.